Drunk notes in the hiding spot

 Η παρουσία μου εκεί ξεκίνησε και τελείωσε με τρεις νότες μιας κιθάρας. Ο πιθηκόμορφος που καθόταν στη γωνία κι έπαιζε μουσική όλο το βράδυ, ήταν πια τόσο μεθυσμένος, που τα μπλουζ του ακούγονταν σαν σκόρπιες νότες βαλμένες σε τυχαία σειρά.Ήταν όμως ήδη τέσσερις και οι υπόλοιποι στο μαγαζί ήταν το ίδιο μεθυσμένοι. Κάποιοι απ' αυτούς μπορεί και να τα απολάμβαναν τα τραγούδια του.
 Εγώ βρέθηκα εκεί κατά τύχη. Έψαχνα κάποιο μέρος να κρυφτώ και χώθηκα σ' αυτό το μπαρ. Δε μπορώ να πω πως ήταν και το καλύτερο καμουφλάζ, γιατί από τον κόσμο που βρισκόταν εκεί, μόνο εγώ ήμουν λευκός. Σαν τη μύγα μεσ' το γάλα...ή τέλος πάντων το ανάποδο. Εύκολα με αναγνώριζε κάποιος. Μετά το ξανασκέφτηκα. Εγώ μπορεί να μη τη γνώριζα καλά αυτή την πόλη, αυτά τα τσακάλια που με κυνηγούσαν πάντως την είχαν φάει με το κουτάλι. Έτσι, σίγουρα ήξεραν πως τούτο το μέρος είναι στέκι μαύρων και δε θα με αναζητούσαν εδώ.
 Μετά από λίγο βγήκα από τον πανικό του κυνηγητού και άρχισα να περιεργάζομαι το χώρο. Δεν ήταν κι άσχημο το μέρος... Μου 'κανε πάντως εντύπωση που ο μόνος λευκός εκεί μέσα (πέρα απο 'μενα δηλαδή) ήταν αυτός που καθόταν πίσω από το μπαρ. Κοντός, με μικρά γυαλιστερά μάτια και μαλλί χτενισμένο προς τα πίσω. Ήταν επίσης ο μόνος που δεν ήταν μεθυσμένος.
 Του έκανα νόημα από την άλλη άκρη του μπαρ και ήρθε να μου πάρει παραγγελία.
 "Ένα διπλό ουίσκυ", είπα. Είχα χρόνο. Χωρίς να μου χαρίσει ούτε ένα βλέμμα παραπάνω, ο τύπος έφυγε από μπροστά μου κι επέστρεψε μετά από λίγο με ένα ποτήρι κι ένα μπωλ ξηρούς καρπούς.
 Του ανταπέδωσα την αδιαφορία και γύρισα να κοιτάξω τον κιθαρίστα. Έπαιζε ήσυχα κομμάτια μα φαινόταν πως μέχρι πριν από λίγο γινόταν τρελό κέφι εκεί μέσα. Έτσι μαντρωμένους που τους έχουν τους μαύρους, λογικό μου φαίνεται να ξεσαλώνουν τη νύχτα.
 Κόντεψα να φτύσω την πρώτη γουλιά απ' το ουίσκυ. "Τι σκατά είναι αυτό;" ρώτησα τον τύπο, που μάντευα πως ήταν ο Chester που έλεγε το όνομα του μαγαζιού.
- Μουν-σάιν.
- Δεν έχεις τίποτα καλύτερο;
- Τρελός είσαι ρε φίλε; Και τέτοιο που έχω πολύ είναι για τα χρόνια που ζούμε. Μα δε νομίζω να μείνουν έτσι τα πράγματα για πολύ...
 Ξαναέφυγε κι έμεινα να σκέφτομαι... Εμείς κοντεύουμε να σκοτωθούμε για να περάσουμε λίγο καλό αλκοόλ, κι αυτοί είναι χαρούμενοι με το καλαμποκίσιο χυσαμόλι τους. Κι εγώ πάντως δεν πίστευα πως θα κρατου΄σε πολύ η ποτοαπαγόρευση. Ήδη κρατούσε 10 χρόνια τώρα αυτή η ιστορία και τα ρεμάλια της μαφίας ήξεραν πια πολλούς τρόπου να διακινούν ποτό - αν ήθελαν.
 Για κάτι τύπους σαν κι εμένα, ήταν ένας απλός - αν και λίγο επικίνδυνος - τρόπος να βγάλεις μερικά λεφτά. Εδώ μπορεί να μην είναι νότος, όμως σίγουρα τα πράγματα είναι πιο χαλαρά. Μόνο τα τελευταία δύο χρόνια έχουν γίνει οι μπάτσοι πιο ενοχλητικοί. Αυτός είναι άλλωστε κι ο λόγος που βρέθηκα στο Chester's Burgundy εκείνο το βράδυ.
 Μου το 'χε πει ο Tommy πως θα 'σκαγαν οι μπάτσοι σήμερα το βράδυ, γιατί κάποιος τα 'χε σκατώσει και μας πήρανε χαμπάρι.
 Από τότε που γνωρίστηκα με τον Tommy, έχουμε κάνει καλά λεφτά, αν και τώρα δεν είναι το ίδιο με τα πρώτα χρόνια και, αν όντως η ποτοαπαγόρευση σπάσει σύντομα, θα πρέπει να βρούμε κάτι άλλο να κάνουμε. Πάντως μέχρι να 'ρθει αυτή η μέρα, θα κόβουμε βόλτες κάτω απ' τη φτερούγα της μαφίας.
 Ήμουν σίγουρος πως οι μπάτσοι θα με ψάχνανε ακόμα, οπότε κατέβασα και την τελευταία γουλιά του ποτού μου κι έκανα νόημα στον τύπο.
- Να στο γεμίσω;
- Όχι, όχι. Φτάνει για σήμερα. Θέλω όμως μια χάρη.
- Τι χάρη δηλαδή;
- Να μου δείξεις που είναι η πίσω πόρτα. Παίζω κρυφτούλι με κάτι  ένστολα αγοράκια και μπορεί να με βρουν, ακόμα κι εδώ μέσα.
 Δεν έμοιασε να εκπλήσσεται. Άλλωστε, φαινόταν από τους τύπους που δεν εκπλήσσονται ποτέ. Επίσης, δεν αποκλείεται να του 'χει ζητήσει κι άλλη φορά πελάτης κάποια παρόμοια χάρη.
 Τον ακολούθησα ως την άλλη άκρη του μπαρ, περνόντας δίπλα από τον τύπο που έπαιζε κιθάρα. Η ώρα κόντευε πέντε, αλλά αυτός δεν έλεγε να σταματήσει. Ήταν κάπως λυπηρό θέαμα. Έπαιξε τρει νότες που ακούστηκαν σαν ξεκούρδιστο κουδούνι, κι εκείνη την ώρα ακριβώς μπήκαν στο μαγαζί οι ένστολοι φίλοι μου.
 "Πρέπει να βιαστούμε τώρα, φιλαράκο", είπα κι έπιασα τον Chester από το μπράτσο, επιταχύνοντας το βήμα μου. Προσπεράσαμε την τουαλέτα και μου 'δειξε μια πόρτα που οδηγούσε στο δρομάκι πίσω από το μαγαζί.
 Πήδηξα τα τρία σκαλοπάτια και βάδισα προς τον κεντρικό. Δεν έπρεπε να χασομερήσο τόσο. ήταν προφανές πως θα με 'βρισκαν. "Το 'χεις πάρει πολύ χαλαρά" μου 'λεγε ο Tommy, "και θα το φας το κεφάλι σου!". Μπορεί και να 'χει δίκιο, δεν ξέρω.
 Μάντευα πως το σπίτι μου δε θα παρακολουθούνταν πια, κι αποφάσισα να ρίξω έναν ύπνο όσο προλάβαινα. Είναι περίεργες μέρες. Πρέπει να κοιμάμαι λίγο και να σκέφτομαι πολύ.
 Χώθηκα μέσα στο παλτό μου και, στρίβοντας στη γωνία, έγινα ένα με την πρωινή ομίχλη.