"Have you been in the Burgundy, baby?"



 Μου κάνει εντύπωση που στις φωτογραφίες που ‘χω δει από παλιότερες εποχές, παρατηρώ ελάχιστες διαφορές όσον αφορά τη διαρρύθμιση του χώρου του Burgundy. Το βαρύ ξύλινο μπαρ φαίνεται έτσι κι αλλιώς ασήκωτο, κι αναρωτιέται κανείς πώς το έφερε εκεί μέσα ο μικροκαμωμένος ιδιοκτήτης. Και τα υπόλοιπα όμως, οι δυο μεγάλες βιβλιοθήκες (ο,τι απέμεινε από το βιβλιοπωλείο του πατέρα του), ο μεγάλος καθρέφτης αλλά και μερικά από τα έπιπλα, έχουν μείνει απ’ ότι φαίνεται στην ίδια θέση από το ’28.
 Εφόσον ο χώρος ήταν σχεδόν ίδια διαμορφωμένος, δεν αμφιβάλλω πως και τότε, μερικές δεκαετίες πριν, ήταν το ίδιο ζεστός.
 Άκουσα κάποτε μια ιστορία σχετικά με το πότε παίχτηκε για πρώτη φορά ζωντανή μουσική μέσα στο Chesters Burgundy. Ο λόγος που έχει μείνει αυτή η πληροφορία χαραγμένη στο μυαλό μου, είναι όλες αυτές οι αναμνήσεις που έχω απ’ αυτό το μέρος. Οι περισσότερες περιέχουν και κάτι το μουσικό. Και λογικό άλλωστε, αφού το Burgundy ήταν πάντα ένα μεγάλο jukebox, είτε αυτό σήμαινε ζωντανή μουσική, είτε σήμαινε βινύλια που έπαιζαν από το απόγευμα μέχρι να κλείσει το μαγαζί πολύ αργά τη νύχτα.
 Για να μην τα πολυλογώ, το 1930, που τα πρώτα μεταναστευτικά κύματα από τον Νότο είχαν φτάσει στις βορειότερες περιοχές, οι άνθρωποι προσπαθούσαν να χτίσουν ξανά τη ζωή τους. Έβγαιναν από το πρωί για να βρουν δουλειά, γυρνούσαν για να φάνε και το απόγευμα πάλι το ίδιο. Όταν έφτανε λοιπόν το βράδυ, πριν επιστρέψουν στην τρύπα όπου έμεναν, έψαχναν κάπου να πιούν ένα φτηνό ποτέ. Ο Chester δε νομίζω να το ‘κανε από την καλή του την καρδιά, αλλά από τη θέλησή του να βγάλει όσο το δυνατόν περισσότερα λεφτά, πάντως τους δεχόταν στο μαγαζί του και μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, είχε πάντα πουλήσει σχεδόν όλο το μουν-σάιν που είχε στην κάβα του.
 Οι μαύροι μετανάστες φαίνεται είχαν βρει καταφύγιο σ’ αυτό το μπαρ και δεν ένιωθαν καμία απειλή που ο ιδιοκτήτης του ήταν λευκός. Ένα χρόνο αργότερα, το Chesters Burgundy είχε γίνει γνωστό σε όλη την κοινότητα των μαύρων της πόλης και τα βράδια που οι άντρες σχολούσαν από τη δουλειά, το μπαρ γέμιζε και θύμιζε πραγματικά εκείνα τα juke joints του Νότου, τα οποία εμείς δεν είχαμε δει ποτέ, παρά μόνο είχαμε ακούσει γι’ αυτά.
 1931 και τα μεταναστευτικά κύματα θα αργούσαν πολύ να σταματήσουν. Καινούργιες φάτσες εμφανίζονταν συνέχεια στο Burgundy. Μια απ’ αυτές κουβάλησε μια φορά στο μαγαζί μια κιθάρα. Πάντα αναρωτιόμουν πως αυτοί οι άνθρωποι είχαν πρόσβαση σε τέτοια πολυτέλεια όπως είναι τα μουσικά όργανα. Το βράδυ εκείνο λοιπόν, η παρέα του νεαρού κιθαρίστα, με το λίγο θάρρος που ‘χε αποκτήσει, ζήτησε από τον Chester να σταματήσει το pick up, για να παίξει αυτός για λίγο.
 Δε μου ανέφεραν ποτέ το όνομα του κιθαρίστα (δεν ήταν και λίγοι εκείνη την εποχή), αλλά η ιστορία λέει πως είχε έρθει στο βορρά για να ηχογραφήσει τη μουσική του. Τον σκέφτομαι τεμπέλη και αλαζόνα, να νομίζει πως θα μπορέσει σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς να ζήσει μόνο από τα τραγούδια του. Βέβαια, μπορεί να ‘ταν πολύ διαφορετικός απ’ αυτό, αλλά εγώ δε μπορώ να ξέρω, ήταν πολύ πριν να ‘ρθω στην πόλη.
 Μπορώ μόνο να τον φαντάζομαι.

“Have you been in Chester’s Burgundy?
Have you been in the Burgundy, baby?
It’s a place where you can afford a drink,
And feel at home, indeed!”