Johnny Coleridge

 Άλλο ένα βροχερό απόγευμα κι εμείς καθόμαστε όπως πάντα στο συγκεκριμένο τραπεζάκι και μιλάμε μια για το παρόν, μια για το παρελθόν. Δεν είναι μόνο το ότι το παρόν είναι τόσο ανιαρό αυτό που κάνει τις συζητήσεις μας να αφορούν τα περασμένα. Είναι κυρίως ο πλούτος όλων εκείνων των ημερών και η γοητεία των ιστοριών.


« Ο Μπο ίσως να ήταν το στοιχείο αυτό που έκανε λευκούς και μαύρους να συνυπάρξουν τελείως αρμονικά μέσα στο Burgundy. Δε μπορώ να πω πως το μπαρ αυτό συνέβαλλε τότε στην εξάλειψη του ρατσισμού γενικά, ξέρω όμως πως εκεί μέσα δε συνέβη ποτέ τέτοιου είδους επεισόδιο (τουλάχιστον όσο καιρό τριγυρνάω εγώ εκεί μέσα). Σαν να έμπαινες σε άλλο κόσμο όταν έμπαινες στο Chesters Burgundy. Σ’ έναν κόσμο με δικούς του κανόνες, δικά του ωράρια και δικά του ήθη.
 'Ηταν τέτοια η εντύπωση που προκάλεσε ο Μπο με το επιβλητικό του παίξιμο (που ανταποκρινόταν και στην επιβλητική του εικόνα), που κάθε Πέμπτη που έπαιζε στο Chesters, όλα τα τραπέζια ήταν γεμάτα.
 Που και που έβαζε στο πρόγραμμά του κάποια απ’ τα γνωστά τραγούδια της εποχής, όμως το ρεπερτόριό του αποτελούνταν κυρίως από δικές του συνθέσεις, που κάθε μια ήταν και μια διαφορετική ιστορία. Ο Τσέστερ δεν ενοχλούνταν απ’ αυτό, αφού ότι και να ‘παιζε ο Μπο, το μαγαζί ήτανε φίσκα.

 Ένα βράδυ απ’ αυτά που ο Μπο ξεσήκωνε όλο τον κόσμο με το παίξιμό του, εμφανίστηκαν στο Burgundy τρεις τύποι. Και οι τρεις φορούσαν μπεζ σακάκια και κουβαλούσαν τρεις διαφορετικού μεγέθους θήκες. Ο ένας, που είχε ξαναεμφανιστεί κανα δυο φορές στο μπαρ, λεγόταν Τζόνυ. Περίεργη φυσιογνωμία και όχι ιδιαίτερα συμπαθητική. Ήταν ο άντρας με το πιο σκούρο δέρμα που ‘χω δει ποτέ. Πανύψηλος, κοντά στα δύο μέτρα και το μακρουλό σουλούπι του τονιζόταν από το γεγονός πως ήταν εξαιρετικά λεπτός. Με όλα αυτά τα χαρακτηριστικά και με το αυγόσχημο κεφάλι του, ο Τζόνυ δύσκολα περνούσε απαρατήρητος.
 Μπήκαν στο μαγαζί με ησυχία, για να μην αποσπάσουν την προσοχή του κοινού από τον Μπο, που εκείνη την ώρα έπαιζε ένα πολύ ήσυχο και ατμοσφαιρικό κομμάτι. Ο Τζόνυ είχε ένα χαμόγελο που έλεγε πως αυτός και η παρέα του είχαν έρθει στο σωστό μέρος.
 Κάθησαν σε ένα τραπέζι και παρήγγειλαν στον Τσέστερ ουίσκι. Ως τότε είχαν περάσει απαρατήρητοι, αφού τα βλέμματα όλων ήταν στραμμένα προς τον μεγαλόσωμο πιανίστα. Ο ίδιος ο Μπο όμως τους έβλεπε όλους από το λιγάκι υπερυψωμένο stage και κοιτώντας προς το τραπέζι του Τζόνυ, κατάλαβε πως αυτά μέσα στις θήκες ήταν μουσικά όργανα.
 Το τραγούδι τελείωσε και μετά το χειροκρότημα, ο Μπο απηύθυνε από το μικρόφωνο το λόγο στην παρέα των μουσικών: «Είχατε κανένα καλό παίξιμο, παιδιά; Γιατί δεν έρχεστε εδώ να παίξουμε κάτι όλοι μαζί;». Οι τρεις τους κοίταξαν τον Τσέστερ, που απάντησε ανασηκώνοντας τους ώμους του. Ο Τζόνυ έκανε στον Μπο μια χειρονομία περιστρέφοντας τον μακρύ του δείκτη. Αυτός κατάλαβε και ξεκίνησε να παίζει ένα φασαριόζικο boogie-woogie μέχρι να κουρδίσουν. Το κοινό τώρα είχε βγει από την ατμόσφαιρα που τους είχε βάλει το πιάνο και είχαν γυρίσει και κοιτούσαν τους τρεις τύπους με τα μπεζ σακάκια να βγάζουν από τις θήκες τους τα πνευστά και να φυσάνε σιγανά μέσα στα επιστόμια.
 Ο Μπο τελείωσε το κοπάνημα του πιάνου και εξέλαβε ένα αφηρημένο χειροκρότημα. Οι άλλοι τρεις περπάτησαν προς τη σκηνή με τα όργανα στα χέρια: Ο Μίλι την τρομπέτα, ο Τσακ το σαξόφωνο και ο Τζόνυ το κλαρινέτο.
 Μια μικρή αμηχανία επικράτησε όσο οι τρεις τους ήταν σκυμμένοι πάνω από το πιάνο και μουρμούριζαν με τον Μπο για το τι να παίξουν. Μετά από δυο λεπτά μουρμούρας και ενώ το κοινό περίμενε, τα πνευστά πήραν θέση στη σκηνή και ο Τζόνυ έδωσε το ρυθμό κροταλίζοντας τα δάχτυλά του.

 Μεγάλη επιτυχία αυτή η μουσική συνεύρεση. Τα χειροκροτήματα του κόσμου κάλυπταν ακόμα και τη φωνή του Μπο. Ακόμα και ο Τσέστερ έμοιαζε να το διασκεδάζει. Τέσσερα κομμάτια μετά, ο Μίλι και ο Τσακ κατέβηκαν απ’ τη σκηνή για να ξαποστάσουν λίγο και για να κατουρήσουν τα τρία ουίσκυ που είχανε ήδη πιεί. Ήτανε μια μεγάλη βραδιά στο Burgundy, κι αυτό μπορούσες να το καταλάβεις κι από τα βλέμματα του Μπο και του Τζόνυ, που δεν έλεγαν να σταματήσουν να παίζουν. Ο Μπο είχε καταϊδρώσει, ενώ και ο Τζόνυ είχε βγάλει το σακάκι του και είχε ανασηκώσει τα μανίκια του.
 Ακόμα ένα μικρό κενό επικράτησε στο πρόγραμμα, καθώς ο Τζόνυ πήγε ως το τραπέζι που καθόταν πριν, για να πάρει μια παρτιτούρα από τη θήκη του.
 My favorite things” διάβασε ο Μπο, όσο ο Τζόνυ του εξηγούσε τις συγχορδίες.
-        Το ‘χεις; Τον ρώτησε.
-        Εε, δεν ξέρω… απάντησε διστακτικά ο Μπο που είχε συνηθίσει να παίζει τα δικά του. Πώς πάει περίπου;
-        Σαν να ονειρεύεσαι την καλή σου να χορεύει’ να χορεύει αργά. Του απάντησε ο Τζόνυ και έβαλε το επιστόμιο στο στόμα του, δείχνοτας στον Μπο πως δεν υπήρχε περίπτωση να μην το παίξουνε.
 Έδωσε τον ρυθμό ψιθυρίζοντας και το κομμάτι άρχισε.
 Μετά απ’ αυτό, ήταν η τέλεια στιγμή για να σταματήσουν. Όλο το κοινό είχε μαγευτεί από την απαλή μελωδία και οι δύο μουσικοί έμεναν για λίγο με κλειστά τα μάτια. Πρώτος κουνήθηκε ο Μπο που, με τη βροντερή φωνή του, έσπασε την ύπνωση όλων μας: «Δώστε ένα δυνατό χειροκρότημα για τον φιλαράκο μου τον Τζόνυ και την παρέα του, που κάνανε τούτη τη βραδιά αξέχαστη». Αμέσως το Burgundy σείστηκε από ένα χειροκρότημα που κόντεψε να σπάσει τα τζάμια. Ο Τζόνυ υποκλίθηκε σεμνά και πήρε το δρόμο για το τραπέζι όπου κάθονταν και πάλι οι δύο φίλοι του.
«Αυτό ήταν και το τελευταίο για απόψε, σας ευχαριστούμε πολύ!». Άλλο ένα χειροκρότημα και αυτή τη φορά αποχώρησε από τη σκηνή και ο Μπο με το βαρύ του περπάτημα να τραντάζει όλο το μαγαζί.

 Οι τελευταίοι πελάτες πλήρωναν τώρα και φορούσαν τα σακάκια τους. Ο Μπο φόρεσε κι αυτός το δικό του, που έμοιαζε στ’ αλήθεια με κουρτίνα στο μέγεθος, και περπάτησε ως το τραπέζι όπου πίνανε το τελευταίο ποτό τους οι τρεις φίλοι.
-        Σπουδαίο gig παιδιά, σας ευχαριστώ!
-        Εμείς ευχαριστούμε δικέ μου. Χαιρόμαστε που βλέπουμε ότι το μπλουζ μένει ακόμα ζωντανό σ’ αυτήν εδώ την πόλη, του απάντησε ο Τζόνυ.
-        Τζόνυ γιέ μου, τι ήταν αυτό το τελευταίο;
-        Είναι από ένα musical, μόνο που το άλλαξα λίγο.
-        Του άλλαξες τα φώτα θες να πεις, τον πείραξε ο Μίλι.
-        Χα, ναι, κάπως έτσι.
-        Όπως και να ‘χει, ήτανε μαγικό. Δεν έχω ξανακούσει τέτοιο πράγμα. Αλλά να θυμάσαι, the blues are the roots and the others musics are the fruits. Μην το ξεχάσεις ποτέ αυτό, καλό βράδυ!
-        Ναι, θα προσπαθήσω!


 Και κάπως έτσι τελείωσε η γνωριμία του Μπο και του Chesters Burgundy με τον Τζόνυ Κόλριτζ, που έμελλε αργότερα να γεμίζει με τη μουσική του χώρους πολύ μεγαλύτερους απ’ αυτό το μικρό μπαράκι.»




-        - Πρώτον, μικρό είναι το μάτι σου! Δεύτερον, που το ξέρεις ότι τελείωσε έτσι η γνωριμία τους, αφού δεν ήσουν εκεί; Καλά δε λέω ρε παιδιά;
-        - Εεε, ‘ντάξει, μπορεί να μην τελείωσε έτσι, αλλά κάπως έτσι το φαντάζομαι.